Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Το νόημα της έκτης Οικουμενικής Συνόδου


Το νόημα της έκτης Οικουμενικής Συνόδου


Το νόημα της έκτης Οικουμενικής Συνόδου
ΤΟ  ΝΟΗΜΑ  ΤΗΣ  ΕΚΤΗΣ  ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ  ΣΥΝΟΔΟ

Πριν από λίγες μέρες, τη 14η Σεπτεμβρίου, ανήμερα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, η Εκκλησία μας εόρτασε την μνήμη των Αγίων Πατέρων της Αγίας και Μεγάλης Έκτης Οικουμενικής Συνόδου.

Η Αγία Έκτη Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνεκλήθη το έτος 680 μ.Χ. (Νοέμβριο) στο Παλάτι του Τρούλλου στην Κωνσταντινούπολι, υπήρξε η κατάληξι πεντηκονταετών θεολογικών και εκκλησιαστικών ερίδων (7ος αι.) περί το θέμα αν ο Θεάνθρωπος Χριστός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, σε μία Υπόστασι (ένα πρόσωπο), έχει δύο ενέργειες και θελήσεις η μία. Η Σύνοδος των Αγίων Πατέρων κατεδίκασε τη χριστολογία των μονοθελητών, όσων δηλ. υπεστήριζαν, ότι ο Χριστός έχει μόνον μία θέλησι και ενέργεια, διότι αυτή η χριστολογία δεν ήταν παρά «μεταμφιεσμένη» επανεμφάνισι της ήδη απερριμμένης και καταδικασμένης αιρέσεως του μονοφυσιτισμού (στην Αγία Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, 451 μ.Χ.). Η Έκτη Σύνοδος ουσιαστικώς δικαίωσε τη χριστολογία και τους αγώνες των Αγίων Σωφρονίου Πατριάρχου Ιεροσολύμων και Μαξίμου του Ομολογητού κατά της αιρέσεως του μονοθελητισμού και εδογμάτισε, ότι επειδή ο Χριστός έχει τέλειες τις δύο φύσεις, θεία και ανθρώπινη, έχει και δύο φυσικές θελήσεις και δύο ενέργειες (θεία και ανθρώπινη), όπως προκύπτει και από τις ίδιες τις Ευαγγελικές διηγήσεις.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580-662), πρώτα Ηγούμενος της Μονής Χρυσουπόλεως κοντά στην Κωνσταντινούπολι, αγωνίσθηκε για πολλά χρόνια χωρίς «ανώτερη» εκκλησιαστική υποστήριξι, ενώ τα Πατριαρχεία της Ανατολής και η Ρώμη είχαν αποδεχθή την αίρεσι κάτω από επίδρασι του μονοθελήτου Αυτοκράτορος Κώνσταντος Β΄ (641-668). Ο Άγιος Μάξιμος περιήλθε γη και θάλασσα από την ΚΠολη μέχρι τη Ρώμη, όπου και βοήθησε στη Σύνοδο του Λατερανού (649 μ.Χ.) κατά του μονοθελητισμού, υπό τον ορθόδοξο Πάπα Μαρτίνο (649-655). Ο Άγιος Μάξιμος συνελήφθη και απέθανε στην εξορία στη Λαζική. Όταν σε ανάκρισι ο αιρετικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πέτρος του είπε να ενωθή με την καθολική (παγκόσμια) εκκλησία που είχε δεχθή την αίρεσι, ο Άγιος Μάξιμος απάντησε: «Ο Θεός των όλων (Χριστός), μακαρίζοντας τον Πέτρο για όσα είπε, ομολογώντας Αυτόν καλώς, είπε ότι Καθολική Εκκλησία είναι η ορθή και σωτήριος ομολογία της πίστεως σ' Αυτόν» (και όχι η ενότητα μέσα στην αίρεσι, μέσα στην ψευδή πίστι).
Οι αντίπαλοι της Ορθοδοξίας, αιρετικοί Πατριάρχαι ΚΠόλεως Σέργιος (610-638), Πύρρος (638-641, 654), Παύλος Β΄ (641-653) και Πέτρος (654-666), οι αιρετικοί Πατριάρχαι Αντιοχείας Μακάριος (650-585) και Αλεξανδρείας Κύρος (630-642), ο αιρετικός Πάπας Ρώμης Ονώριος (625-638) και οι Στέφανος, Πολυχρόνιος και Κωνσταντίνος  αναθεματίσθηκαν από την Αγία ΣΤ΄ Σύνοδο.
Ο καταδικασμένος ως αιρετικός Πατριάρχης Σέργιος ήταν αυτός που πρωτύτερα, περιφέροντας την εικόνα της  Παναγίας Θεοτόκου γύρω από τα τείχη της Πόλεως, την είχε διασώσει από τους Αβάρους και Πέρσες, ενώ ο Αυτοκράτωρ Ηράκλειος ευρισκόταν σε εκστρατεία στην Περσία (626). Στην περίστασι αυτή συνετέθη και ο Ακάθιστος Ύμνος (οι Χαιρετισμοί) στη Θεοτόκο.
 
Ο Άγιος Μάξιμος, ένας εναντίον όλης της «επισήμου Εκκλησίας», υπήρξε κατά τη μαρτυρία των ιστορικών «μέγιστος θεολόγος, ο οποίος εσφράγισε με το αγωνιστικό του σθένος και την πλούσια συγγραφική του προσφορά τη θεολογική αναίρεση της μονοθελητικής αιρέσεως»· επίσης, «είναι δύσκολον να ευρεθή άλλος θεολόγος ο οποίος να επηρέασε περισσότερον την πορείαν της ελληνικής ορθοδόξου θεολογίας από αυτόν».
 
Σήμερα ο μονοθελητισμός και ο μονοενεργητισμός αποτελούν συστατικά της χριστολογίας των «μετριοπαθών» (σεβηριανών) μονοφυσιτών, δηλ. των μονοφυσιτών Κοπτών (της Αιγύπτου), των Αρμενίων, των Αιθιόπων, των Συροϊακωβιτών και των Ινδών του Μαλαμπάρ. Δυστυχώς, ο σύγχρονος θεολογικός διάλογος από το 1990 και εξής, αποφαίνεται, αντιθέτως προς τις Άγιες Οικουμενικές Συνόδους, ότι δήθεν οι προαναφερθέντες μονοφυσίτες είναι Ορθόδοξοι και ότι οι Άγιοι Πατέρες δήθεν τους παρεξήγησαν.
Η διακήρυξι του δόγματος περί δύο φυσικών θελήσεων και ενεργειών στο Χριστό από την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο, ελέγχει επίσης και τους αιρετικούς Λατίνους (την παπική-ρωμαιοκαθολική «εκκλησία»), οι οποίοι μερικούς αιώνες αργότερα δια του στόματος των σχολαστικών τους μεσαιωνικών θεολόγων και κυρίως τον 14ον αι. δια των αντι-παλαμικών και αντι-ησυχαστών φιλοσόφων στην Ανατολή, αρνήθηκαν τη διάκρισι φύσεως και φυσικής ενεργείας στο Θεό, αντίθετα με τους Αγίους Πατέρες της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου και σύνολη την εκκλησιαστική διδασκαλία.
Η καταδίκη του Πάπα Ονωρίου από την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο, τρανώς αποδεικνύει ότι είναι εκκλησιολογικά ψευδής και απαράδεκτος ο θεολογικός μύθος των παπικών περί «αλαθήτου» του Πάπα.
Το νομοθετικό έργο (την έκδοσι ιερών Κανόνων) της ΣΤ', καθώς και της προηγηθείσης Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου (553 μ.Χ.) συμπλήρωσε η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (ΚΠολι, 691 μ.Χ.).