Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

Μονή Μεγίστης Λαύρας


Το μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας, το πρώτο και το μεγαλύτερο του Αγίου 'Ορους, είναι κτισμένο πάνω στο πλάτωμα ενός βράχου, εκεί που τελειώνει η χερσόνησος και ο ’θως κατεβαίνει ήρεμα προς τη θάλασσα σχηματίζοντας πολλούς καταπράσινους λοφίσκους. Βρίσκεται σε μικρή απόσταση, περίπου είκοσι λεπτά, από την παραλία, όπου ο αρσανάς του, και γιορτάζει την Κοίμηση του οσίου Αθανασίου του Αθωνίτη (5 Ιουλίου). ’λλες ονομασίες, με τις οποίες αναφέρεται σε παλαιότερα έγγραφα, είναι: «Λαύρα των Μελανών», «Λαύρα του κυρού Αθανασίου», «Λαύρα του αγίου Αθανασίου», «Μεγάλη Λαύρα» ή και απλώς «Λαύρα», λέξη που σημαίνει εδώ ένα πολυάνθρωπο μοναστήρι. Η ίδρυση του μοναστηριού συμπίπτει με τη συστηματοποίηση του μοναχισμού στο 'Ορος, μετά από μιαν ανοργάνωτη και ιδιότυπη ζωή των αγιορειτών ασκητών. Ιδρυτής του ο σοφός και ανακαινιστής μοναχός Αθανάσιος, που μόναζε πρώτα σε κάποιο μοναστήρι στον 'Ολυμπο της Βιθυνίας, τον καιρό που ηγούμενός του ήταν ο περίφημος Μιχαήλ Μαλείνος, θείος του Νικηφόρου Φωκά. Εκεί συνδέθηκε με στενή φιλία με τον αρχιστράτηγο τότε της Ανατολής και κατόπιν αυτοκράτορα Νικηφόρο, που του πρότεινε να εγκαταλείψει τον 'Ολυμπο και να έρθει στον ’θω, όπου αργότερα θα τον ακολουθούσε και ο ίδιος. Ο Αθανάσιος, αν και είχε στην αρχή ορισμένες επιφυλάξεις, θεμελίωσε τη Λαύρα το 963, στηρίζοντας βέβαια τις ελπίδες του στον φίλο του αυτοκράτορα .ως θέση διάλεξε το μέρος όπου πιθανόν να υπήρχε παλαιότερα η αρχαία πελασγική πόλη Ακρόθωοι. Σύμφωνα με τη βιογραφία του, που χρονολογείται στον 11 ο αιώνα, έκτισε πρώτα το τετράπλευρο τείχος γύρω γύρω, ύστερα το καθολικό και στη συνέχεια τις σειρές των κελλιών .
Για την ανέγερση, εξάλλου, και την αποπεράτωση του κολοσσιαίου αυτού έργου ο αυτοκράτορας έστελνε χρήματα συνέχεια μέχρι το θάνατό του, μια και δεν κατάφερε, παρά την αδιάκοπη επιθυμία του να έρθει εδώ και να ασκητέψει και ο ίδιος, όπως άλλωστε οι δύο άνδρες είχαν προσυμφωνήσει. Ακόμη προέβλεψε ιδιαίτερη χορηγία για τη συντήρηση των 80 πρώτων Λαυριωτών μοναχών και δώρισε στη Λαύρα διάφορα μετόχια, όπως το μοναστήρι των Περιστερών κοντά στη Θεσσαλονίκη, τεμάχια Τιμίου Ξύλου και αγίων λειψάνων και πολλά έργα τέχνης. Τη χρηματική βοήθεια του Φωκά συνέχισε ο διάδοχός του Ιωάννης Τσιμισκής, με τον οποίο ο Αθανάσιος διατηρούσε επίσης φιλικές σχέσεις. Ο Τσιμισκής διπλασίασε την ετήσια χορηγία για τις ανάγκες της νεοσύστατης μονής και έτσι τελείωσε το κτίσιμο της Λαύρας, που αποτέλεσε το υπόδειγμα και τον πυρήνα μιας καινούργιας μορφής μοναχικού βίου στον ’θω. Στη συνέχεια, χάρη στο ενδιαφέρον και των άλλων αυτοκρατόρων , ΤΟ μοναστήρι περνά μια καλή περίοδο της ζωής του. Ο αριθμός των μοναχών μέσα σ' αυτό άρχισε σιγά σιγά να μεγαλώνει και να ξεπερνά τους προαναφερθέντες 80, ενώ παράλληλα σταθεροποιήθηκε ο κοινοβιακός τρόπος λειτουργίας και ζωής στη Λαύρα και σε ολόκληρο το 'Ορος. Ιδιαίτερα βοήθησε το μοναστήρι ο Βασίλειος Β ., που επικύρωσε σ' αυτό το νησί του Αγίου Ευστρατίου και άλλα μετόχια και έκανε πολλές δωρεές. Τον Αθανάσιο, που έζησε μέχρι το τέλος του 100υ αιώνα, διαδέχθηκε στην ηγουμενία της Λαύρας ο Ευστράτιος, που υπογράφει σ' ένα έγγραφο του έτους 1016. Η Μεγίστη Λαύρα, όπως συνέβη και με τα άλλα αθωνικά μοναστήρια, παρουσιάζει σε ολόκληρη την ιστορία της πολλές μεταπτώσεις. ’λλοτε βρίσκεται σε ακμή και άλλοτε παρακμάζει μέχρι το σημείο σε κάποια εποχή να καταστεί σχεδόν έρημη. 'Ετσι από τα μέσα του 11ου αιώνα, οπότε είχε 700 περίπου μοναχούς, μέχρι τον 14ο, περνά μια πολύ καλή περίοδο της ζωής της. Από τον αιώνα όμως αυτό και εξαιτίας των καταστροφών από τις διάφορες πειρατικές επιδρομές, ανακόπηκε αυτή η ακμή της και παρατηρήθηκε μια κάποια χαλάρωση στην εφαρμογή των κανονισμών του Αθανασίου και στην κοινή διαβίωση των μοναχών .Ο αριθμός των Λαυριωτών άρχισε να μειώνεται αισθητά και στις αρχές του 16ου αιώνα διαθέτει πολύ λίγους. Αποτέλεσμα της καταστάσεως αυτής ήταν η μετατροπή του μοναστηριού για ένα χρονικό διάστημα σε ιδιόρρυθμο για να γίνει όμως ξανά κοινόβιο χάρη στις ενέργειες του πατριάρχη της Αλεξανδρείας Σιλβέστρου και της Ιεράς Συνάξεως (1574). Παρ' όλα όμως αυτά η παρακμή του συνεχίστηκε και συγκεκριμένα στις αρχές του 170υ αιώνα είχε μόνο 5 ή 6 μοναχούς, ενώ από οικονομική άποψη βρισκόταν σε άθλια κατάσταση σχεδόν μέχρι το 1655. Τότε ήρθε στη Λαύρα ο πατριάρχης Διονύσιος Γ ., που διέθεσε γι' αυτή ολόκληρη την περιουσία του και την ενίσχυσε οικονομικά. Στη συνέχεια το μοναστήρι γίνεται πάλι ιδιόρρυθμο. Από το τέλος όμως του 18ου αιώνα, όταν ο πατριάρχης Παίσιος Β .επικύρωσε ορισμένα παλαιά προνόμιά του, η ιστορία του παρουσιάζει μικρές μόνο διακυμάνσεις. Εκτός από τους παραπάνω πατριάρχες, κατά τους χρόνους της οθωμανικής κυριαρχίας, βοήθησαν τη Λαύρα με πολλούς τρόπους οι ηγεμόνες των παραδουναβίων χωρών και οι τσάροι της Ρωσίας.
Στη σημερινή του κατάσταση το μοναστήρι φαίνεται εξωτερικά σαν ένα συγκρότημα από πολυώροφα κτίρια τοποθετημένα ολόγυρα σε τετράπλευρο σχήμα, με μια μεγάλη αυλή στο κέντρο, όπου βρίσκεται το καθολικό και άλλα παρεκκλήσια, η τράπεζα, καθώς και διάφορα οικοδομήματα. Σε όλα αυτά δεσπόζει ο επιβλητικός και αρχαιοπρεπής πύργος του Τσιμισκή που είναι τετράγωνος και καταλαμβάνει τη νοτιοδυτική γωνία του Περιβόλου. Στην είσοδο του μοναστηριού υπάρχει ένα προστώο στηριγμένο πάνω σε τέσσερις κίονες. Εκτός όμως από την κύρια αυτή είσοδο υπάρχει και μια άλλη μικρή πύλη στη νότια πλευρά του. Πολλά κτίρια ή και ολόκληρες πτέρυγες ανακαινίστηκαν σε μεταγενέστερα χρόνια. έτσι στη νότια πλευρά υπάρχει ως χρονολογία κατασκευής το έτος 1769, στην ανατολική το 1862 κτλ. Τ ο καθολικό της Λαύρας είναι το πρώτο που κτίστηκε στο 'Ορος και σύμφωνα με αυτό κατασκευάστηκαν και όλα τα άλλα καθολικά των αγιορειτικών μοναστηριών. Πρόκειται για ένα σύνθετο τετρακιόνιο βυζαντινό ναό με δύο κόγχες στους χορούς των ψαλτών , δύο παρεκκλήσια, αριστερά και δεξιά της λιτής, και διπλό νάρθηκα, δηλαδή λιτή (εσωνάρθηκα) και εξωνάρθηκα. Ο ναός βρίσκεται στο κέντρο περίπου της μεγάλης αυλής και τιμάται, ίσως από τον 15ο αιώνα, στην κοίμηση του οσίου Αθανασίου. ο Αθωνίτης έκτισε και αφιέρωσε το ναό από την αρχή στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Ο ναός τοιχογραφήθηκε από τον μεγάλο Κρητικό ζωγράφο Θεοφάνη το έτος 1535. Οι τοιχογραφίες αυτές θεωρούνται η πιο καλή εργασία του ώριμου πια καλλιτέχνη και από τις πιο αξιόλογες του Αγίου 'Ορους. Οι δύο νάρθηκες τοιχογραφήθηκαν πολύ αργότερα ( 1854 ) με έξοδα του αρχιμανδρίτη Βενιαμίν . Δεξιά και αριστερά της λιτής διαμορφώνονται δύο παρεκκλήσια, του αγίου Νικολάου και των 40 Μαρτύρων, Από αυτά, το πρώτο έχει τοιχογραφίες του ζωγράφου Φράγκου Κατελάνου (1560), που είναι σύγχρονος και μαθητής ίσως των μεγάλων Κρητικών ζωγράφων , αλλά η τέχνη του διαφέρει πολύ από εκείνη της Κρητικής σχολής, Στο άλλο παρεκκλήσι, των 40 Μαρτύρων , σώζεται ο τάφος του Αθανασίου με το λείψανό του, σκεπασμένος με ένα ύφασμα που φέρει την εικόνα του αγίου. Επίσης στο ίδιο παρεκκλήσι φυλάσσονται δύο αξιόλογες φορητές εικόνες, η μία του Χριστού και η άλλη της Θεοτόκου με την επωνυμία Οικονόμισσα, Οι τοιχογραφίες του, που ανήκαν στον 16ο αιώνα, επιζωγραφήθηκαν το 1854. Εκτός από τα δύο αυτά παρεκκλήσια του καθολικού, η Λαύρα διαθέτει 15 ακόμη μέσα στον περίβολό της, από τα οποία του αγίου Γεωργίου είναι εικονογραφημένο' από τα υπόλοιπα τα πιο σπουδαία είναι του αγίου Αθανασίου, δίπλα στο σκευοφυλάκιο, όπου σώζονται η σιδερένια ράβδος και ο επίσης σιδερένιος βαρύς σταυρός του, και της Παναγίας της Κουκουζέλισσας με την ομώνυμη εικόνα της Θεοτόκου. Επίσης υπάγονται σ' αυτήν άλλα 19 παρεκκλήσια έξω στα εξαρτήματά της και 5 καθίσματα καθώς, και 40 κελλιά στους οικισμούς Κερασιά, Μορφωνού, Προβάτα και στις Καρυές. 'Εξω από την κύρια είσοδο του καθολικού υπάρχει η φιάλη του αγιασμού, που είναι η πιο μεγάλη στο ’γιον 'Ορος. Περιβάλλεται από μια σειρά κίονες, που τα κενά μεταξύ τους διαστήματα φράζονται με πολύ ενδιαφέροντα γλυπτά θωράκια και κοσμείται με νεότερες τοιχογραφίες σχετικές με τον αγιασμό των υδάτων .Δίπλα της υψώνεται περήφανο ένα χιλιόχρονο κυπαρίσσι, που λένε ότι το φύτεψε ο ίδιος ο όσιος Αθανάσιος. Πιο δυτικά και απέναντι ακριβώς από την είσοδο του καθολικού βρίσκεται η κοινή τράπεζα, με επίσης αξιόλογες τοιχογραφίες των Κρητικών ζωγράφων. Από τις παραστάσεις της ξεχωρίζουν ο Μυστικός Δείπνος, η Ουρανοδρόμος Κλίμαξ, η Δευτέρα Παρουσία, η Ρίζα του Ιεσσαί και οι 24 Οίκοι του Ακαθίστου 'Υμνου, καθώς και πολλές άλλες σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου και πολλών αγίων και ασκητών . Επίσης σημειώνουμε ιδιαίτερα εδώ τα πορτραίτα των Ελλήνων φιλοσόφων: Φίλωνα, Σόλωνα, Πυθαγόρα, Σωκράτη, Αριστοτέλη, Θαλή, Γαληνού, Πλάτωνα και Πλουτάρχου. Πλουσιότατο είναι το σκευοφυλάκιο του μοναστηριού, που βρίσκεται σε ανεξάρτητο κτίσμα πίσω από το καθολικό στο ανατολικό μέρος της αυλής. Από τα πολλά κειμήλιά του τα πιο σπουδαία είναι το στέμμα και ο λεγόμενος σάκκος του Νικηφόρου Φωκά, μια αρχαία φαρέτρα (θήκη για βέλη), καλύμματα εντύπων Ευαγγελίων , ιερά άμφια και εκκλησιαστικά σκεύη, σταυροί, εγκόλπια, ’για Ποτήρια, πολύ αξιόλογες φορητές εικόνες κ.ά., ενώ στο καθολικό φυλάσσονται τεμάχια από το Τίμιο Ξύλο και από τα λείψανα πολλών αγίων . Η βιβλιοθήκη της Λαύρας, που στεγάζεται πλάι στο σκευοφυλάκιο, στο ίδιο κτίριο, θεωρείται η πλουσιότερη μέσα στο ’γιον 'Ορος. Περιέχει πάνω από 2.500 χειρόγραφα, από τα οποία τα 470 καθώς και 50 ειλητάρια είναι περγαμηνά. Από αυτά ξεχωρίζουν ορισμένα εικονογραφημένα χειρόγραφα με πλούσια κοσμήματα και παραστάσεις (όπως τα: Α 76, Α 86, Α 111 , Ω 75) και το Ευαγγέλιο το λεγόμενο του Φωκά στο σκευοφυλάκιο. Ακόμη σε άλλο τμήμα της βιβλιοθήκης υπάρχουν πάνω από 20.000 έντυπα βιβλία, ανάμεσα στα οποία και πολλά αξιόλογα αρχέτυπα. Η Μεγίστη Λαύρα από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ των 20 μοναστηριών του ’θω. Ακολουθεί τον κοινοβιακό τρόπο ζωής και αριθμεί τη στιγμή αυτή 420 συνολικά μοναχούς, από τους οποίους οι 50 μένουν μέσα στο μοναστήρι και οι υπόλοιποι 370 έξω από αυτά στα πολλά και διάφορα εξαρτήματά του. Στη Μεγίστη Λαύρα υπάγονται και οι εξής τρεις σκήτες: Αγίας ’ννας, Καυσοκαλυβίων και Προδρόμου, καθώς και οι οικισμοί στην 'Ερημο, δηλαδή ο ’γιος Βασίλειος, η Μικρή Αγία ’ννα, τα Κατουνάκια και τα Καρούλια. 'Ολα αυτά βρίσκονται στη νοτιοδυτική πλευρά της αθωνικής χερσονήσου, μετά το μοναστήρι του Αγίου Παύλου και τη Νέα Σκήτη ταξιδεύοντας προς τη Λαύρα. Αγία ’ννα. Ελληνική, ιδιόρρυθμη σκήτη, η μεγαλύτερη και αρχαιότερη στο ’γιον 'Ορος,είναι κτισμένη πάνω σε μια πλαγιά με άφθονα νερά και πλούσια βλάστηση στους δυτικούς πρόποδες του ’θω, αμέσως μετά τη Νέα Σκήτη και λίγο προτού φτάσουμε στην 'Ερημο. Η ζωή της σκήτης αυτής κανονικά αρχίζει από τον 170 αιώνα, αλλά υπήρχε και νωρίτερα με λίγα ερημητήρια. Σήμερα αποτελείται από 51 , όχι όλες κατοικημένες, καλύβες και το κυριακό της που ανοικοδομήθηκε στα 1752-55 και τοιχογραφήθηκε το 1757. μέσα σ' αυτό φυλάσσεται το αριστερό πόδι της αγίας ’ννας, της μητέρας της Θεοτόκου. Η σκήτη τέλος διαθέτει καλή σχετικά βιβλιοθήκη που περιέχει 1 00 περίπου, στην πλειονότητά τους χάρτινα, μεταγενέστερα χειρόγραφα. Κουσοκολύβιο. Ελληνική, ιδιόρρυθμη σκήτη, με 40 καλύβες, από τις οποίες μερικές χωρίς ναό και οι πιο πολλές σήμερα ακατοίκητες. Βρίσκεται μετά την 'Ερημο, προς την κατεύθυνση της Λαύρας, πάνω σε βράχους κοντά στη θάλασσα και πήρε το όνομά της από κάποιον ασκητή Μάξιμο, που ήρθε και έκτισε εδώ την καλύβα του (140ς αι.) και που κάθε φορά την έκαιγε, όταν έβλεπε ότι τον πλησίαζαν και άλλqι μοναχοί και προχωρούσε πιο ψηλά στο βουνό. Το κυριακό της σκήτης κτίστηκε το 1745 και ο νάρθηκάς του το 1804 με τοιχογραφίες του 1820. Στη σκήτη σώζονται 50 περίπου χειρόγραφα, όλα χάρτινα, νεώτερα. Του Τιμίου Προδρόμου. Ελληνικό κελλί στο όνομα του Προδρόμου, πουλήθηκε στα μέσα περίπου του 190υ αιώνα σε δύο Μολδαβούς μοναχούς. Το έτος 1857 ανυψώθηκε σε σκήτη και σιγά σιγά αναγνωρίστηκε ως ρουμανική από την εθνικότητα των μοναχών της. Βρίσκεται ανάμεσα στην προηγούμενη σκήτη και τη Λαύρα και είναι κτισμένη πάνω σε ένα λοφίσκο 250 περίπου μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Εξωτερικά δίνει την εντύπωση ενός πολύ γερού οικοδομικού συγκροτήματος με τετράπλευρο σχήμα και το κυριακό στο μέσο της αυλής, που εγκαινιάστηκε το έτος 1866 στο όνομα του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ακολουθεί το κοινοβιακό σύστημα διαβιώσεως, σύμφωνα με τα αντίστοιχα μοναστήρια, και αριθμεί γύρω στους 10 Ρουμάνους μοναχούς. 'Ερημος. Παραπλέοντας τον ’θω στην πλευρά αυτή συναντάμε την 'Ερημο, μετά τη σκήτη της Αγίας ’ννας. Εδώ υπάρχουν οι εξής μοναστικοί οικισμοί: η Κερασιά, ο ’γιος Βασίλειος, η Μικρή Αγία ’ννα, τα Κατουνάκια και τα φοβερά Καρούλια. Πρόκειται για τέσσερις μοναχικές ομάδες ή ενότητες, που δεν έχουν σχέση μεταξύ τους. Και τούτο γιατί ο τόπος εδώ είναι πολύ άγριος, γεμάτος από απόκρημνους βράχους, και δεν μπορεί κανείς να πλησιάσει τις απομονωμένες καλύβες των οικισμών αυτών .Οι ασκητές ή ερημίτες, που αποτελούν τους κατοίκους τους, είναι βυθισμένοι νύκτα και μέρα στην προσευχή, στην ψυχική και πνευματική άσκηση, χωρίς κανένα σύνδεσμο με τα εγκόσμια, παραμελώντας εντελώς τη φροντίδα του σώματος. Υμνούν και δοξάζουν συνέχεια τον Θεό, που έκαμε τον κόσμο, και παρακαλούν πάντοτε για τη σωτηρία τη δική τους και γενικά όλων των ανθρώπων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου