Το μοναστήρι αυτό είναι κτισμένο πάνω στο πλάτωμα ενός βράχου κοντά στη θάλασσα και στο μέσο περίπου της βορειοανατολικής ακτής της χερσονήσου, ανάμεσα στις μονές Ιβήρων και Παντοκράτορος. Από τις Καρυές απέχει μιάμιση ώρα περίπου δρόμο και τιμάται στη μνήμη του αγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου). Η σημερινή ονομασία της μονής, σύμφωνα με μια μαρτυρία, που προέρχεται από κάποια αγιορειτική παράδοση, οφείλεται στο συνδυασμό των ονομάτων δύο μοναχών , του Σταύρου και του Νικήτα, που κατοικούσαν αντίστοιχα σε δυο κελλιά στην περιοχή της μονής, προτού αρχίσουν το κτίσιμο του ίδιου του μοναστηριού. ’λλη όμως παράδοση δέχεται ως ιδρυτή της μονής κάποιον Νικηφόρο Σταυρονικήτα, αξιωματικό του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, που της έδωσε και το όνομά του. Τέλος στο πρόβλημα αυτό έρχεται να δώσει απάντηση και μια τρίτη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία η μονή κτίστηκε από τον πατρίκιο Νικήτα, που γιόρταζε την ονομαστική του εορτή στις 15 Σεπτεμβρίου, δηλαδή την επομένη της γψώσεως του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου), και από την ένωση των δύο λέξεων, του Σταυρού και τσυ κτίτορα, σχηματίστηκε η ονομασία της μονής. Εκτός όμως από την ονομασία της αυτή, που επικράτησε μέχρι σήμερα, η μονή σε παλαιά έγγραφα ονομάζεται «της Θεοτόκου» ή, περισσότερο συχνά, «του Στραβονικήτα», που φαίνεται ότι πρόκειται για το αρχικό ή για παραφθορά του σημερινού της ονόματος. Αλλά ποτέ «του Χαρίτωνος», όπως πιστεύουν μερικοί, που μάλιστα εντοπίζουν την ονομασία της αυτή στον 14o αιώνα, ενώ ξέρουμε ότι έτσι λεγόταν τότε μόνο η μονή Κουτλουμουσίου, προς τιμή του ομώνυμου και δραστηρίου ηγουμένου της και για την οποία μιλήσαμε παραπάνω.
Υστερα από όλα αυτά είναι ευνόητο ότι η ίδρυση της μονής χάνεται μέσα σε πολλές και διάφορες παραδόσεις. Ωστόσο, και σύμφωνα με ένα έγγραφο του Πρώτου Νικηφόρου (1012), φαίνεται ότι υπήρχε ένα παλαιό μοναστήρι με το ίδιο όνομα από τις αρχές τουλάχιστον του 11ου αιώνα. Σ' αυτό καθώς και σε τρία ακόμη, σχεδόν σύγχρονά του, έγγραφα υπογράφει ανάμεσα σε άλλους και ο «Νικηφόρος μοναχός ό τοϋ Στραβωνικήτα», ενώ στο εγκλητικό λεγόμενο γράμμα του Παύλου Ξηροποταμηνού (1016) πάλι ο ίδιος, αλλά τη φορά αυτή ως μοναχός «τοϋ Σταυρονικήτα», γραφή που επικράτησε μέχρι σήμερα. Οι γραπτές αυτές μαρτυρίες, καθώς και πολλές άλλες που ακολουθούν κατόπιν , ενισχύουν την παραπάνω άποψή μας, ότι η μονή Σταυρονικήτα υπήρχε οπωσδήποτε ανάμεσα στο πλήθος των αγιορειτικών μοναστηριών , που ιδρύθηκαν ή θεμελιώθηκαν στα πρώτα κιόλας χρόνια του οργανωμένου μοναχικού βίου στον ’θω. Η πρώτη αυτή περίοδος της ιστορίας της μονής συνεχίστηκε κανονικά μέχρι τον 120 ή τις αρχές του 13oυ αιώνα, οπότε ερημώθηκε εντελώς, όπως και τόσα άλλα μοναστήρια στο 'Ορος. Αιτία της ερημώσεως αυτής ήταν οι συνεχείς πειρατικές επιδρομές στα διάφορα σημεία του Αιγαίου και μάλιστα στο ’γιον 'Ορος και η περίοδος της Φραγκοκρατίας μετά τη Δ ' Σταυροφορία (1204-1261) με τις γνωστές της συνέπειες για όλη την αυτοκρατορία. Την έρημη τότε μονή, σύμφωνα με τους αγιορειτικούς κανονισμούς, εξουσίαζε για ένα μικρό διάστημα ο Πρώτος του Αγίου 'Ορους και κατόπιν προσαρτήθηκε διαδοχικά στις μονές Κουτλουμουσίου και Φιλοθέου. Στη συνέχεια από τη μονή Φιλοθέου πουλήθηκε ως «κάθισμα» στον ηγούμενο της μονής Γηρομερίου (Θεσπρωτίας) Γρηγόριο μαζί με όλες τις κτιριακές της εγκαταστάσεις και τα κτήματά της (1533)' το σχετικό σιγίλλιο, που εκδόθηκε λίγα χρόνια αργότερα (1536) από τον φίλο του Γρηγορίου πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμία Α ' , ξανάφερε το μοναστήρι σε τάξη μονής, που είχε ξεπέσει σε κελλί, και έτσι συμπληρώθηκε ο αριθμός των 20 μοναστηριών του ’θω έναντι των 19 προηγουμένως, Ο Γρηγόριος Γηρομερειάτης, όπως συνήθως αναφέρεται, άφησε σύντομα το δικό του μοναστήρι και εγκαταστάθηκε στο 'Ορος, όπου φρόντισε με όλες τις δυνάμεις του για την έρημη μονή Σταυρονικήτα, την οποία μεγάλωσε με τείχος γύρω γύρω, πολλά κελλιά και ανοικοδόμησε το καθολικό της. Επίσης, εξαιτίας της αυξήσεως του αριθμού των μοναχών της, επιδίωξε την προσάρτηση σ' αυτή του ερειπωμένου πια μονυδρίου του Φακηνού, που υπαγόταν μέχρι τότε στη μονή Παντοκράτορος, Μετά το θάνατο του Γρηγορίου (1540) το ανακαινιστικό του έργο συνέχισε ο ίδιος ο πατριάρχης Ιερεμίας, από αγάπη και εκτίμηση προς εκείνον. Σχετικά με την ανακαίνιση της μονής και την κατάστασή της στα χρόνια αυτά, μπορεί να βρει κανείς περισσότερες πληροφορίες στα δύο έγγραφα του Ιερεμία, στην Υποτύπωση και στη Διαθήκη του, Από αυτά άλλωστε μαθαίνουμε ότι, παρ' όλη την ιδιορρυθμία που ως τρόπος ζωής είχε αρχίσει να γενικεύεται πια στις άλλες αγιορειτικές μονές, η μονή Σταυρονικήτα ιδρύθηκε και λειτούργησε για πολύ καιρό ως κοινόβια, και μάλιστα αρκετά καλά οργανωμένη. Για τη μονή όμως αρχίζει μια δεύτερη περίοδος στην ιστορία της, με διάφορες διακυμάνσεις, που οφείλονταν κυρίως σε οικονομικές δυσκολίες, στον μικρό συνήθως αριθμό των πατέρων της και σε δύο μεγάλες πυρκαγιές. Είναι αλήθεια ότι χαρακτηριστικό της μονής αυτής ήταν πάντοτε η περιορισμένη περιουσία της σε σχέση προς τις άλλες μονές του 'Ορους και οι ολιγάριθμοι μοναχοί της, Ως νεοσύστατο όμως, κατά κάποιο τρόπο, μοναστήρι, το βοήθησαν με τη σειρά η Ιερά Κοινότης, ο «άρχων» Σερβόπουλος (1612), ο ιερομόναχος Μάρκος (1614), οι δημογέροντες του νησιού Τζια (1628), η σύζυγος του Θωμά Κλάδου Κουρτέσσα (1630), ο ηγεμόνας της Βλαχίας Αλέξανδρος Γκίκας (1727-1740) κ.ά., που αγόρασαν για λογαριασμό της μονής πολλά μετόχια και κτήματα ή έστειλαν σ' αυτή χρήματα και άλλα δώρα. 'Ετσι μπόρεσε να συντηρηθεί όλα αυτά τα χρόνια και να επιδιορθώσει κάπως τα λίγα εξαρτήματά της, αγοράζοντας συγχρόνως και μερικά άλλα. Διάφορα όμως γεγονότα εμπόδισαν κατά διαστήματα την εξελικτική πορεία της μονής. Και πρώτα πρώτα οι συνεχείς διενέξεις της με τις άλλες γειτονικές μονές ή κελλιά, ιδίως με τη μονή Κουτλουμουσίου, σχετικά με οριακά και κτηματικά ζητήματα. Επίσης οι διάφορες πυρκαγιές, ο μεγάλος αυτός εχθρός των αθωνικών μοναστηριών , δεν άφησαν ανέπαφη και τη μονή Σταυρονικήτα. Μια από αυτές, από την οποία κάηκε ολόκληρη η μονή εκτός από τα επίσημα έγγραφά της , έγινε το 1607 , και μια άλλη , εξίσου μεγάλη , το 17 41. Μετά όμως από αυτές δραστηριοποιήθηκαν οι μοναχοί της και κατόρθωσαν μαζί και με την εξωτερική βοήθεια, όπως είδαμε και παραπάνω, να επανορθώσουν τις καταστροφές της μονής. Τότε ειδικά ανακαινίστηκε το καθολικό (1628), κατασκευάστηκε το περίφημο υδραγωγείο της (1680), μεγάλωσε σε έκταση η τράπεζα ( 1770) και κτίστηκαν τα παρεκκλήσια των Αρχαγγέλων , του Αγίου Δημητρίου στο κοιμητήρι και των Αγίων 5 Μαρτύρων βορειοδυτικά της μονής. Κατά την ελληνική επανάσταση του 1821 η μονή Σταυρονικήτα, όπως άλλωστε ολόκληρο το ’γιον 'Ορος, δοκιμάστηκε σκληρά. Τα οικονομικά της έφτασαν σε άθλια κατάσταση εξαιτίας των υπερβολικών χρεών της και της συμμετοχής της στον κοινό αγώνα και παράλληλα οι μοναχοί της διασκορπίστηκαν σε διάφορες κατευθύνσεις έξω από το 'Ορος για να γλυτώσουν από τους Τούρκους, που είχαν εισβάλει σ' αυτό, ή για να βοηθήσουν τους άλλους 'Ελληνες εναντίον του κατακτητή. 'Ετσι έμεινε πάλι έρημη -με μερικές ακόμη άλλες αγιορειτικές μονές -καθώς και τα μετόχια της που βρίσκονταν στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και αλλού. Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε για μια δεκαετία, ύστερα από την οποία άρχισε η αποχώρηση των Τούρκων από το 'Ορος και η επιστροφή στη μονή ορισμένων παλαιών μοναχών της, που είχαν στο μεταξύ επιζήσει Καινούργιες όμως συμφορές σταμάτησαν την πρόοδο της μονής και κατέστρεψαν όλους τους κόπους και τους αγώνες των προηγουμένων περιόδων .Οι αλλεπάλληλες πυρκαγιές των ετών 1864, 1874 και 1879, που έπληξαν τη μονή, προξένησαν σ' αυτή σοβαρές ζημιές. Και αυτή μεν ξανακτίστηκε, αλλά οι μοναχοί της αναγκάστηκαν να βάλουν μεγάλα χρέη, τα οποία έφεραν κατόπιν την παρακμή της και μπήκε για μια φορά ακόμη κάτω από την κηδεμονία της Ιεράς Κοινότητος. Από το αδιέξοδο αυτό έβγαλε τη μονή ο δραστήριος προ-ίστάμενός της Θεόφιλος, που ήταν προηγουμένως Βατοπεδινός αρχιμανδρίτης, χωρίς όμως να σημειωθεί ουσιαστική αλλαγή για πολύ καιρό, παρά μόνο τα τελευταία χρόνια που συνέπεσε μάλιστα με τη μετατροπή της σε κοινόβια και σε μια στιγμή, που η διάλυσή της φαινόταν Οίγουρη από τη μια μέρα στην άλλη. Από άποψη κτιριακών εγκαταστάσεων η μονή Σταυρονικήτα είναι το μικρότερο σε έκταση από τα 20 μοναστήρια του Αγίου 'Ορους. Χαρακτηριστικός είναι ο ψηλός οδοντωτός πύργος της, που φαίνεται από μακριά και που θαρρείς έχει φυτρώσει στην είσοδό της παραμένοντας εκεί μόνιμος φρουρός της και παρατηρητής. Το καθολικό της μονής, τιμώμενο στη μνήμη του αγίου Νικολάου, είναι το μικρότερο από όλα τα καθολικά των αγιορειτικών μοναστηριών. Κτίστηκε στα μέσα περίπου του 160υ αιώνα πάνω στον παλαιότερο ναό της Θεοτόκου και ανακαινίστηκε στα 1627/8. ο νάρθηκάς του ιδρύθηκε μετά το 1630. Βρίσκεται στα ανατολικά της στενότατης αυλής της μονής και έχει αξιόλογες τοιχογραφίες Κρητικής τέχνης από τον περίφημο ζωγράφο Θεοφάνη τον Κρητικό και τον γιο του Συμεών (1546). Στις τοιχογραφίες αυτές συναντάμε και το πορτραίτο του πατριάρχη Ιερεμία Α .στη στάση του κτίτορα, που κρατεί στα χέρια του ομοίωμα του ναού. Το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού κατασκευάστηκε, σύμφωνα με την επιγραφή του, το 1743, όταν ήταν ηγούμενος της μονής ο Γρηγόριος από τη Χίο. Εκτός όμως από το καθολικό, η μονή διαθέτει και μερικά ακόμη παρεκκλήσια μέσα στον περίβολό της και έξω στα διάφορα εξαρτήματά της. Επίσης σ' αυτήν ανήκουν οι 33 από τις καλύβες στον οικισμό της Καψάλας και 4 κελλιά, από τα οποία τα δύο βρίσκονται στις Καρυές. Η τράπεζα είναι ενσωματωμένη στον επάνω όροφο της νότιας πλευράς και διασώζει αξιόλογες τοιχογραφίες πιθανόν της Κρητικής σχολής. Από τα κειμήλια της μονής αξίζει να αναφερθούν εδώ η πολύ ενδιαφέρουσα ψηφιδωτή εικόνα του αγίου Νικολάου του Στρειδά (από το στρείδι που ήταν κολλημένο επάνω στο μέτωπο του αγίου όταν βρέθηκε στη θάλασσα από τους ψαράδες), που φυλάσσεται στο καθολικό, το σπουδαίο Δωδεκάορτο στο τέμπλο (1546), τεμάχια από άγια λείψανα, παλαιά ιερά άμφια, λειτουργικά-εκκλησιαστικά σκεύη κτλ. Η βιβλιοθήκη στεγάζεται σε ισόγειο διαμέρισμα βόρεια του καθολικού και περιέχει 171 χειρόγραφα, από τα οποία τα 58 καθώς και 3 λειτουργικά ειλητάρια είναι γραμμένα πάνω σε περγαμηνή. Από τα χειρόγραφα ξεχωρίζουν 0ρισμένα εικονογραφημένα (όπως οι αριθμ. 43, 50, 56 κτλ.), με πλούσια διακόσμηση. Επίσης περιέχει και ένα μεγάλο αριθμό από έντυπα βιβλία. Η μονή Σταυρονικήτα είναι η πρώτη που άλλαξε τρόπο ζωής στα τελευταία χρόνια και από ιδιόρρυθμη έγινε κοινόβια, για να ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες μονές. Αριθμεί 50 περίπου μοναχούς μέσα και έξω από αυτή και κατέχει τη δέκατη πέμπτη θέση στη σειρά ιεραρχίας των 20 αθωνικών μοναστηριών .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου